Ο ήλιος καίει
παραλύ- ass το ανάγνωσμα -
ένα ακόμα καμμένο ατοποιηματοπρότζεκτ
"H ανηψιά μου κι εγώ, κύριε, είμαστε - πώς το λέτε εσείς εδω; - very very χολοσκασμένες"
- Γεωργία Βασιλειάδου, Η θεία απ' το Σικάγο
Κανείς δεν καταλαβαίνει την
αμφιθυμία, την απέραντη λύπη και την απεγνωσμένη χαρά που προκαλεί σε μας τους
υπαρξιακούς το καλοκαίρι.
Σε βλέπουνε ντυμένο με τα ρούχα φαρδύ
πλατύ στη σεζ λονγκ
και λένε: «μα επιτέλους πέτα ένα
μαγιό και βούτα.
Τι περιμένεις;»
(Σκηνική οδηγία: ακούγεται
κουδούνισμα τηλεφώνου - εισέρχεται απ το πουθενά ένας ναυαγοσώστης,
γυμνόστηθος, με 6 pack και κόκκινο σορτσάκι ή αναδύεται από τη θάλασσα ένας βατραχάνθρωπος με
παραλλαγή, κρατώντας σε επάργυρο δίσκο ένα τηλέφωνο σε σχήμα cock tale.
Αναδύομαι απ' την πόζα της αφασικής σκέψης μου κι από ένα τηγανισμένο λουκουμά στον οποίο έχω πέσει με τα μούτρα. Ο λουκουμάς πέφτει στην άμμο. Τραγανή κινούμενη ζάχαρη.
Σηκώνω το τηλ. Ακούω κάτι. Το κατεβάζω. Ξεροκαταπίνω το σβησμένο σάλιο μου. Μονορούφι.)
Σηκώνω το τηλ. Ακούω κάτι. Το κατεβάζω. Ξεροκαταπίνω το σβησμένο σάλιο μου. Μονορούφι.)
Μια μέρα τελειώνουν τα πράγματα
σε παίρνει τηλέφωνο η μαμά και σου λέει
"Πέθανε αυτός κι εκεινη"
Εσύ δεν ξέρεις πού να σταθείς:
στο παρελθόν που απεμπλέκεσαι
είτε στο μέλλον που αβεβαιώνεις;
σε παίρνει τηλέφωνο η μαμά και σου λέει
"Πέθανε αυτός κι εκεινη"
Εσύ δεν ξέρεις πού να σταθείς:
στο παρελθόν που απεμπλέκεσαι
είτε στο μέλλον που αβεβαιώνεις;
Θάνατος χωρίς καλοκαίρι δεν
δίδεται
Πώς το πες, να δεις;
Θα φορεθούν πολύ τα κόκκινα
σορτσάκια πάνω απ' το γόνατο
Φέρος - ε, μπαρντόν φέτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου