Ι
Ατάραχη
συστήνεσαι
και
φέρεις, έτσι, την ομορφιά σου.
Αδιάφορη
για τους καθρέφτες τυράννους
που
μασούν και φτύνουν είδωλα.
Στα
τείχη σου μέσα
βράζει
μια θάλασσα
μαύρη
και πηχτή.
Την
θυμώνεις
κι
ύστερα την ταξιδεύεις.
ΙΙ
ΙΙ
Όμορφο,
νευρένιο πλάσμα.
Τα
βλέμματά μας έφτυνες στα πόδια μας.
Πόσο
στωικά τα μαζεύαμε, τόσο καιρό
μέσα
σε κουτιά.
Πόσο
αχόρταγα τα θήλασες
μεμιάς
σαν τα αγάπησες.
Ο
φόβος έγραψε σε όστρακο το όνομά σου
και
σε εξόρισε στης θάλασσας το στήθος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου